“Από την σκοπιά της οικολογίας, ο ψηφιακός καπιταλισμός δεν περιορίζεται μονάχα στους γίγαντες της Σίλικον Βάλεϋ ούτε στους κύκλους των start-up, των νεοφυών επιχειρήσεων. Αποτελεί μάλλον μια «οικονομία-κόσμο», με την έννοια που έδινε στον όρο ο ιστορικός Φερνάν Μπροντέλ: ένα συνεκτικό σύνολο οικονομικών παραγόντων των οποίων οι σχέσεις είναι δομημένες βάσει ενός καταμερισμού σε κέντρα και περιφέρειες. Ο Κόλπος του Σαν Φρανσίσκο αποτελεί την καρδιά αυτής της οικονομίας-κόσμου και η ευημερία του οφείλεται κυρίως στις ασύμμετρες σχέσεις του με τους κυριαρχούμενους χώρους, από τα αφρικανικά ορυχεία κολτανίου έως τα ασιατικά εργοστάσια συναρμολόγησης, χωρίς να λησμονούμε και τις χωματερές ηλεκτρονικών αποβλήτων της Γκάνας. Σε αυτό το σύστημα, οι βιομηχανικές μέθοδοι παραγωγής δημιουργούν άνισα κατανεμημένα οικολογικά κόστη.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι περιβαλλοντικές αδικίες παίρνουν τη μορφή άνισης οικολογικής συναλλαγής, δηλαδή ένα παράγωγο της «άνισης συναλλαγής» που θεωρητικοποιήθηκε κυρίως από τον μαρξιστή οικονομολόγο Αργύρη Εμμανουήλ κατά τη δεκαετία του 1960: πίσω από τη φαινομενική ισότητα της νομισματικής συναλλαγής, η καπιταλιστική οικονομία-κόσμος στηρίζεται σε ασύμμετρες μεταβιβάσεις φυσικών πόρων μεταξύ των κέντρων και των περιφερειών (14). Όταν μια επιχείρηση του Βορρά αγοράζει πρώτες ύλες αξίας 1.000 δολαρίων και μια επιχείρηση του Νότου πληρώνει 1.000 δολάρια για δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, οι αξίες των νομισμάτων είναι ίδιες, χωρίς όμως να είναι ίδιες και οι επιπτώσεις πάνω στη φύση, καθώς τα κέντρα εξωτερικοποιούν τις περιβαλλοντικές συνέπειες της ανάπτυξής τους”.
Ολόκληρο το άρθρο